ἡμίαλφα

ἡμίαλφα
ἡμί-αλφα, τό,
A halfalpha, a musical note, <*>, <*>, Alyp.4, al.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ημίαλφα — ἡμίαλφα, τὸ (Α) μισό άλφα, είδος μουσικού σημείου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + άλφα] …   Dictionary of Greek

  • ημι- — (AM ἡμι ) αχώριστο πρόθημα ως α συνθετικό λέξεων τής αρχ., μσν. και νεοελλ. γλώσσας που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι: α) το μισό, ως προς το ποσό (πρβλ. ημισέληνος, ημισφαίριο) β) κάτι το ελλιπές, μη τελειωμένο,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”